Thursday, November 10, 2005

a story about Milano

Περασμένες δυο τρεις. Λιγοστό φως – για να μην αποσπά το βλέμμα περισσότερο από όσο χρειάζεται για να βλέπει. Σιγανή μουσική – για να μην αποσπά τον νου περισσότερο από όσο χρειάζεται για να ανανεώνεται. Στην οθόνη, γράμματα κυνηγιώνται, στήνουν λέξεις, συναρμόζονται άψογα σε προτάσεις, εκφράζουν μεγάλα νοήματα. Όχι μεγαλύτερα πάντως από αυτά που θα εξέφραζαν οι καθημερινές μας συζητήσεις, αν σκεφτόμασταν πέντε λεπτά την κάθε λέξη. Κάθε τόσο περιδιαβαίνει ανάμεσα στους στιχισμένους χαρακτήρες, σε έναν αέναο βρόχο θετικής – δυστυχώς – ανάδρασης, για να διαπιστώσει κάθε φορά εκ νέου – με φρέσκια αυταρέσκεια – την τάξη του στρατεύματος. Λέξεις όμορφες, ήτοι σπάνιες – γιατί έτσι μάθαμε να αξιολογούμε τα πράγματα. Μεταφορές ευφυείς – γιατί είναι και πνευματώδης. Μετρημένες δόσεις αυτοσαρκασμού – για να προλάβει θαρρείς περιπαιχτικά σχόλια. Κείμενο τεχνικά άψογο, σαν σωστά φωτομετρημένη φωτογραφία. Δε μπορείς να της καταλογίσεις τίποτα, όπως σε μελετηρό μαθητή που λέει σωστά το μάθημά του. Σωστά και βαρετά – όπως υπαγορεύει η ορθότητα της σκέψης που δεν σκύβει να ακούσει την καρδιά. Δεν του λείπει τίποτα που θα μπορούσε να ανιχνεύσει μια μηχανή. Του λείπει η πνοή που θα το κάνει κάτι ανώτερο από το σύνολο των λέξεών του. Της λείπει το συναίσθημα που κάνει την αμοιβαία έλξη έρωτα. Δεν ήταν ανέκαθεν έτσι – το κείμενο πάντως ήταν. Δεν πάει – αν και σιγά σιγά αρχίζει να πάει – πολύς καιρός από τότε που διακατεχόταν από το εκρηκτικό εκείνο μίγμα απερίσκεπτου ρομαντισμού και αφελούς αισιοδοξίας, που σου δίνει περισσότερη ενέργεια από ό,τι δικαιλογούν τα συστατικά του, η οποία συνήθως αναλίσκεται αφελώς και απερίσκεπτα σε πράξεις που δικαιλογούν τον χαρακτηρισμό του υποκειμένου ως χαζοχαρούμενο. Τότε δεν την πείραζε. Αντλούσε την αυτοπεποίθηση από τη χαρά της. Πίστευε ότι ήξερε τι ήθελε και ότι – αλίμονο – το είχε κιόλας βρει – παραμύθι που λίγο πολύ όλοι μας έχουμε αφήσει κάποτε τον εαυτό μας να πιστέψει. Τώρα, υπό το βάρος των εμπειριών της, η αισιοδοξία της έχει υποχωρήσει. Έχει αφήσει τη λογική της να διαλευκάνει το μυστήριο των συναισθημάτων της – με φανερά τα σημάδια της διεργασίας στα τελευταία. Είρων της ρομαντικής της διάθεσης, σαρκαστής της ερωτικής της ορμής – καθιστά πλέον η ίδια τον εαυτό της εμπόδιο στα όνειρά της ως ενστικτώδη άμυνα. Κατά της απόρριψης. Κατά της λύπης. Κατά της ζωής.
Έξω ακόμα νύχτα. Περασμένες τρεις τέσσερις. Πόσες ακόμα θα περάσουν;

0 Comments:

Post a Comment

<< Home