Milano Sophia Antipolis
Στην αρχή ήταν η θάλασσα με το όμορφο μπλε – Μεσόγειος η απέραντος. Μετά η πόλη πάνω στη θάλασσα – Νίκαια η ωραία. Τέλος, η πόλη πάνω από τη Νίκαια – Sophia Antipolis η έρημη. Στήθηκε ως αντίγραφο του Palo Alto και του Berkeley, και επειδή αυτά δεν έχουν ουσιώδη κοινά μεταξύ τους, το αποτέλεσμα ήταν το λογικά αναμενόμενο – το κενό. Την είχαν επισκεφτεί, επειδή πάντα την ενδιέφεραν τέτοια πειράματα – πόλεις προκατασκευασμένες – και επειδή το όνομα ήταν ελληνικό – σε αναπλήρωση της απούσας ιστορίας της. Θυμάται – πώς θα μπορούσε να ξεχάσει; – τις φάτσες του Γιώργου και του Μάριου, την ηλιόλουστη εκείνη μέρα που άφηναν το απέραντο γαλάζιο για να χαθούν σε ένα πευκοδάσος, όπου είχαν χαθεί κάποια κτίρια. «Άντρες», σχολίαζε η Άρτεμις από καθαρά γυναικεία αλληλεγγύη. «Θα φτάσουμε και θα με ευγνωμονείτε», ήταν η δική της αντίδραση. Και έφτασαν. Και, φυσικά, δεν την ευγνωμονούσαν. Ευγνωμονούσαν μόνο την τύχη τους που υπήρχε ένα υποτυπώδες café ανοιχτό να σβήσουν τη δίψα τους. Κατά τα άλλα τίποτα – άνθρωπος ούτε για δείγμα. Ενώ υπήρχαν οι υποδομές για να φιλοξενήσουν την παρουσία του – σπίτια, πλατεία στα πρότυπα χωριού ελληνικού, αμφιθέατρο αντίγραφο αρχαίου θεάτρου.
«Τι γράφει ο οδηγός; Μέχρι πότε κατοικούνταν;»
«Μέχρι τότε που την εκκένωσαν μετά το πυρηνικό ατύχημα – πριν πόσα, πέντε χρόνια;»
Σχόλια περιπαικτικά. Αλλά εύστοχα. Περπάτησαν στα στενά κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο και είδαν τις Κυκλάδες. Ή μάλλον την αναγγελία τους – όπως στα πλοία. Συγκρότημα κτιρίων – καθένα και ένα κυκλαδίτικο νησί, που θα γεννιόταν όταν επέστρεφαν οι άνθρωποι. Έτσι θα ικανοποιούσαν οι Γάλλοι το όνειρό τους να δουλεύουν στη Μύκονο. Το τελευταίο κομμάτι στο παζλ της εικονικής πραγματικότητας που τους έχτιζαν.
Όλα αυτά διέσχιζαν τον νου της, καθώς διέσχιζε το campus για να βρεθεί σε ένα από τα café της Euclid – χαμόγελο ζωγράφισε το όνομα στα χείλη της. Τιμούσαν ή αντέγραφαν; Τιμούσαν για να νομιμοποιήσουν την αντιγραφή του.
Το café, όπως και όλα σχεδόν στο Berkeley, στέγαζε την απομόνωση. Την επικοινωνία με όλον τον κόσμο, εκτός από το άμεσο περιβάλλον σου. Καθρεπτισμοί προσώπων σε οθόνες να γελάνε, να απορούν, να προβληματίζονται, και κυρίως να σβήνουν – συνήθως πριν τελειώσει η μπαταρία. Οι μυς του προσώπου δε χρειάζονται πια και παραλύουν.
Το café, όπως και όλα σχεδόν στο Berkeley, γεμάτο κόσμο. Καμμία σχέση με το κενό δοχείο της αντί-πολης. Εδώ, οι άνθρωποι προτιμούσαν τον κοινόχρηστο χώρο για να ιδιωτεύσουν. Εκεί, ίσως ήταν καλύτερα τα σπίτια τους. Με την πρώτη ματιά, βλέπεις ένα μέρος γεμάτο κόσμο. Με τη δεύτερη, ένα σύνολο από κατειλημμένα καθίσματα όπου δεν έχεις θέση.
Ιδιώτες. Idiots. Τουλάχιστον αντέγραφαν σωστά. Χαμογέλασε.
«Τι γράφει ο οδηγός; Μέχρι πότε κατοικούνταν;»
«Μέχρι τότε που την εκκένωσαν μετά το πυρηνικό ατύχημα – πριν πόσα, πέντε χρόνια;»
Σχόλια περιπαικτικά. Αλλά εύστοχα. Περπάτησαν στα στενά κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο και είδαν τις Κυκλάδες. Ή μάλλον την αναγγελία τους – όπως στα πλοία. Συγκρότημα κτιρίων – καθένα και ένα κυκλαδίτικο νησί, που θα γεννιόταν όταν επέστρεφαν οι άνθρωποι. Έτσι θα ικανοποιούσαν οι Γάλλοι το όνειρό τους να δουλεύουν στη Μύκονο. Το τελευταίο κομμάτι στο παζλ της εικονικής πραγματικότητας που τους έχτιζαν.
Όλα αυτά διέσχιζαν τον νου της, καθώς διέσχιζε το campus για να βρεθεί σε ένα από τα café της Euclid – χαμόγελο ζωγράφισε το όνομα στα χείλη της. Τιμούσαν ή αντέγραφαν; Τιμούσαν για να νομιμοποιήσουν την αντιγραφή του.
Το café, όπως και όλα σχεδόν στο Berkeley, στέγαζε την απομόνωση. Την επικοινωνία με όλον τον κόσμο, εκτός από το άμεσο περιβάλλον σου. Καθρεπτισμοί προσώπων σε οθόνες να γελάνε, να απορούν, να προβληματίζονται, και κυρίως να σβήνουν – συνήθως πριν τελειώσει η μπαταρία. Οι μυς του προσώπου δε χρειάζονται πια και παραλύουν.
Το café, όπως και όλα σχεδόν στο Berkeley, γεμάτο κόσμο. Καμμία σχέση με το κενό δοχείο της αντί-πολης. Εδώ, οι άνθρωποι προτιμούσαν τον κοινόχρηστο χώρο για να ιδιωτεύσουν. Εκεί, ίσως ήταν καλύτερα τα σπίτια τους. Με την πρώτη ματιά, βλέπεις ένα μέρος γεμάτο κόσμο. Με τη δεύτερη, ένα σύνολο από κατειλημμένα καθίσματα όπου δεν έχεις θέση.
Ιδιώτες. Idiots. Τουλάχιστον αντέγραφαν σωστά. Χαμογέλασε.
0 Comments:
Post a Comment
<< Home